Με την χρήση της σελίδας συγκατατίθεστε στην χρήση των cookies και αποδέχεσθε την πολιτική απορρήτου της ιστοσελίδας.
Αποδοχή Όροι Χρήσης

H λειτουργία του συμπτώματος στην συστημική ψυχοθεραπεία : Τί μου συμβαίνει;

Παρασκευή, 5 Ιαν 2024

Τι είναι το σύμπτωμα;

Τα συμπτώματα είναι ορατές ενδείξεις μιας φυσικής ή ψυχικής ανισορροπίας, η οποία είναι μη ορατή. Τα συμπτώματα επομένως δεν είναι αυτή καθαυτή η ανισορροπία. Για να το καταλάβουμε αυτό, ας δούμε μια πρώτη μεταφορά. Ας συγκρίνουμε το σώμα μας (φυσικό όχημα) με ένα αμάξι (αυτοκίνητο όχημα). Όταν ελαττωθεί το νερό του ψυγείου ή το λάδι του κινητήρα, αυτό δε γίνεται αμέσως αντιληπτό. Εντούτοις, η ανισορροπία υπάρχει ήδη εκεί, μόνο που δεν μπορούμε ούτε να τη δούμε ούτε να την ακούσουμε. Είναι αυτό που θα αποκαλέσουμε πραγματική ασθένεια (ρίζα του προβλήματος). Όταν η υπερθέρμανση του κινητήρα υπερβεί το όριο, κάποια κομμάτια (που έχουν προβλεφθεί γι’ αυτό το σκοπό) θα σπάσουν (βαλβίδα, εύκαμπτος κλπ), απελευθερώνοντας αμέσως πολύ ατμό! Αυτή είναι η στιγμή κατά την οποία τα πράγματα φανερώνονται, γίνονται ορατά. Αυτά είναι τα συμπτώματα. Η εκτόνωση του ατμού δεν είναι σε καμία περίπτωση η ασθένεια του αυτοκινήτου: πρόκειται για μια διαδικασία που δημιουργήθηκε (σύμφωνα με τους νόμους της φυσικής) για να επιτρέψει την υπερπίεση να εξαφανιστεί, έτσι ώστε το σύστημα να επιστρέψει στην ισορροπία και την κανονικότητα (ομοιόσταση). Για να μη φτάσουν τα πράγματα σ’ αυτό το σημείο, οι κατασκευαστές αυτοκινήτων έχουν εφεύρει έναν άλλο μηχανισμό: τοποθετούν φωτεινούς δείκτες στον πίνακα ελέγχου του αυτοκινήτου. Μόλις υπάρξει κίνδυνος να μην εξασφαλίζεται, να μη γίνεται σεβαστή ή να μην ικανοποιείται κάποια θεμελιώδης ανάγκη, το λαμπάκι ανάβει, προσκαλώντας τον οδηγό να εξετάσει την κατάσταση και να τη διορθώσει. Σε μια τέτοια περίπτωση τι θα λέγατε για τον μηχανικό που θα σας συμβούλευε να ξεβιδώσετε ή να σπάσετε το αναμμένο λαμπάκι; Αυτό κάνουμε όταν θεωρούμε ότι τα συμπτώματα είναι κακά και πρέπει να εξαφανιστούν. Αλλά γιατί θα πρέπει να τα εξαφανίζουμε συστηματικά, αφού εάν εξετάσουμε το νόημα του μηνύματος που στέλνουν, προσδιορίσουμε τι είναι αυτό που προκάλεσε την ανισορροπία και αποκαταστήσουμε την αρχική αρμονία, το φως στο ενδεικτικό λαμπάκι θα σβήσει από μόνο του;

Εάν αλλάξετε την άποψη σας σχετικά με τα συμπτώματα και τα δείτε ως συμμάχους που σας φέρνουν πολύτιμες πληροφορίες (που θα πρέπει να αποκωδικοποιηθούν), δε θα συγχέετε ποτέ πια την ασθένεια (την ανισορροπία που συμβαίνει αθόρυβα) με τη διαδικασία της θεραπείας της (τα συμπτώματα που μερικές φορές φανερώνονται θορυβοδώς).

Η εμφάνιση, λοιπόν, των συμπτωμάτων είναι σημάδι ότι το σώμα αρχίζει να αποκαθιστά την ισορροπία του. Αυτό που προκαλούμε «ασθένεια» θα πρέπει σχεδόν πάντα να ερμηνεύεται ως αρχή της θεραπείας.

Ποια είναι μερικά παραδείγματα συμπτωμάτων;

Τα συμπτώματα  με τα οποία μπορεί να έρχεται ένας θεραπευόμενος μπορεί να είναι σωματικά, γνωστικά, συμπεριφορικά ή συναισθηματικά.  Αναφέρουμε μερικά ενδεικτικά παραδείγματα: εξανθήματα, πονοκέφαλοι, στομαχόπονοι, ναυτία, δύσπνοια, λιποθυμίες, κόπωση, λήψη/απώλεια βάρους, ταχυκαρδία, υπέρταση, δυσπεψία,  αδυναμία χαλάρωσης, συχνές λοιμώξεις, αδυναμία συγκέντρωσης, διαρκείς αρνητικές σκέψεις, εφιάλτες, δυσκολία στη λήψη αποφάσεων, ανησυχία, έλλειψη κοινωνικής διάθεσης, συνεχείς συγκρούσεις,  εριστικότητα, κυκλοθυμία, κατάχρηση ουσιών, μεγάλης ποσότητας αλκοόλ και καπνού, αίσθηση ανικανοποίητου, έλλειψη δέσμευσης, παθητικότητα, αποξένωση, διατροφικές διαταραχές, τζόγος, κρίσεις πανικού , εκρήξεις θυμού, διαταραχές άγχους, φοβίες, συνεχής ανησυχία,  απόσυρση, ναυτία, αϋπνία, καταναγκασμοί, απομόνωση, κατάθλιψη, κλάμα

Πώς συνδέεται το σύμπτωμα με την ανθρώπινη ψυχολογία;

Η σύνδεση σωματικών συμπτωμάτων και ψυχολογικής κατάστασης φαίνεται από εκφράσεις όπως «μάτωσε η καρδιά μου», «έβγαλα τον καρκίνο» κλπ. Η κλινική πραγματικότητα επιβεβαιώνει την αντίληψη ότι όταν δε μιλάει το στόμα, μιλάει το σώμα. Στα πλαίσια μιας ολιστικής προσέγγισης του συμπτώματος αξιοποιείται το βιοψυχοκοινωνικό μοντέλο, όπου λαμβάνονται υπόψη όλοι οι παράμετροι (βιολογικοί, ψυχολογικοί, κοινωνικοί). Το εν λόγω μοντέλο κάλυψε τα κενά του παλαιότερου παραδοσιακού βιοιατρικού μοντέλου που αδυνατούσε να εξηγήσει αρκετά συμπτώματα καθόσον διερευνούσε μόνο βιολογικούς παράγοντες στην προσπάθεια του να αποδώσει το σύμπτωμα στην αποκλειστική ύπαρξη μιας οργανικής αιτιολογίας.

Τι υποστηρίζει η ψυχολογία υγείας για το σύμπτωμα;

Ο ψυχισμός και το σώμα δεν μπορούν να διαχωριστούν καθώς η συνείδηση και η σκέψη αποτελούν μέρη των σωματικών διεργασιών. Ο Freud πίστευε ότι οι ασυνείδητες ψυχολογικές συγκρούσεις μπορούσαν να προκαλέσουν σωματικά συμπτώματα (πχ παράλυση, αφωνία, σπασμούς, τύφλωση), τα οποία συμβόλιζαν την υποβόσκουσα ψυχοπαθολογία. Σύμφωνα με το βιοψυχοκοινωνικό μοντέλο, το οποίο προτάθηκε για πρώτη φορά από τον ψυχίατρο George Engel (1977,1980), οι βιοιατρικοί παράγοντες είναι μεν αναγκαίοι και σημαντικοί, αλλά όχι επαρκείς για την κατανόηση της υγείας και της ασθένειας. Οι ψυχολογικοί και οι κοινωνικοί παράγοντες διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη νόσο, στην ασθένεια και στην υγεία. Το ίδιο το όνομα του, «βιοψυχοκοινωνικό», τονίζει το γεγονός ότι τόσο οι βιολογικοί, όσο και οι ψυχολογικοί και οι κοινωνικοί παράγοντες είναι όλοι ουσιαστικοί συντελεστές της υγείας.

Ποια είναι η  ασυνείδητη λειτουργία του συμπτώματος;

Το σύμπτωμα που μπορεί να εμφανίζει ένα μέλος (ή και περισσότερα) της οικογένειας εκφράζει τη δυσλειτουργία ολόκληρου του συστήματος μέσα στο οποίο εμφανίζεται. Για το λόγο αυτό, ολόκληρη η  οικογένεια αποτελεί συχνά στόχο των θεραπευτικών παρεμβάσεων. Το μέλος αυτό («υποδεικνυόμενος ασθενής») γίνεται θα λέγαμε ο βασικός εκφραστής της δυσλειτουργίας ολόκληρου του οικογενειακού συστήματος. Συνήθως οι διαταραχές εκδηλώνονται μέσα στο οικογενειακό σύστημα από το άτομο που έχει τη μεγαλύτερη συναισθηματική ευαισθησία , αντιλαμβάνεται με σαφή καθαρότητα το σχεσιακό μοτίβο, τη λειτουργία και υπο-λειτουργία του. Η εκδήλωση της διαταραχής θέλει να καταδείξει την ανάγκη του συστήματος να πάρει κάποιες ‘βαθιές αναπνοές’.Με αυτό τον τρόπο τα άτομα που φέρουν το σύμπτωμα προσκαλούν τα οικεία πρόσωπα στο χώρο της προσωπικής θεραπείας.  Το άτομο αυτό αναλαμβάνει πρωταγωνιστικό  ρόλο, προκειμένου να ενημερώσει για τη ‘διατάραξη’ του συστήματος και ο τρόπος που το κάνει  διαδραματίζεται με τη συμπτωματολογία που φέρει η διαταραχή του. Γίνεται , δηλαδή, το πρόσωπο που θα καταδείξει την αναγκαιότητα του συστήματος για αλλαγή και μετατόπιση. Προσπαθώντας να επιφέρουν την αρμονία τα άτομα στο σύστημα, δημιουργούν και τις συνθήκες που θα το προκαλέσουν π.χ. κρίσεις πανικού, ψυχαναγκασμοί-καταναγκασμοί. Επομένως, η συμπτωματική συμπεριφορά ενός μέλους της οικογένειας μπορεί  ασυνείδητα να βοηθά στη διατήρηση της ομοιοστατικής ισορροπίας του συστήματος (πχ η κατάθλιψη του εφήβου να εξυπηρετεί την ανάγκη του για γονεϊκή φροντίδα και αποδοχή ή κρίσεις πανικού την ανάγκη του να κοπάσουν οι καυγάδες των γονέων καθώς ασχολούνται με τις κρίσεις πανικού του παιδιού).  Κάθε «προβληματική» συμπεριφορά ενός μέλους μπορεί να έχει μια χρησιμότητα για τη λειτουργία της οικογένειας που είναι ασυνείδητη και τελείως διαφορετική για το κάθε άτομο ανάλογα με την προσωπική του ιστορία. 

Πώς αντιμετωπίζεται το σύμπτωμα από τον συστημικό/οικογενειακό ψυχοθεραπευτή;

Το σύμπτωμα αναγνωρίζεται ως «σύμμαχος» που μας φέρει πολύτιμες πληροφορίες για να αλλάξει κάτι που ταλαιπωρεί όλη την οικογένεια και όχι σαν μια ασθένεια ενός ατόμου. Ο οικογενειακός θεραπευτής αφού κατανοήσει τα δυσλειτουργικά μοτίβα συνδιαλλαγής της οικογένειας βοηθάει στην αναδόμηση των σχημάτων συναλλαγής. Ο οικογενειακός/συστημικός ψυχοθεραπευτής δεν κάνει μόνο οικογενειακές συνεδρίες όπως νομίζουν κάποιοι θεραπευόμενοι παρά μόνο όπου χρειάζεται και κρίνεται χρήσιμο κάθε φορά. Στις ατομικές τους συνεδρίες ,όμως, υπάρχει ένας συστημικός προσανατολισμός ώστε να κατανοηθούν καλύτερα τα συμπτώματα που εμφανίζει ένα άτομο. 

        Στα πλαίσια της ψυχοθεραπείας ο θεραπευόμενος ενισχύεται να δημιουργήσει μια συγκροτημένη αφήγηση. Με τη σειρά της η αφήγηση αυτή θα τον βοηθήσει να «γιατρέψει» τα εμφανιζόμενα συμπτώματα του. Οι θεραπευόμενοι που προχωρούν σε ανώτερα επίπεδα αυτογνωσίας κάνουν εύκολα συνδέσεις μεταξύ συμπτωμάτων τους  (σωματικών, συμπεριφορικών, γνωστικών, συναισθηματικών) και δυσκολιών στις σχέσεις τους με τους άλλους καθώς και στη σχέση με τον εαυτό τους. Πρόκειται για τη διαδικασία νοηματοδότησης του συμπτώματος. Η μετατροπή των συναισθημάτων και σκέψεων σε λόγο (λεκτικοποίηση σκέψεων & συναισθημάτων) είναι προστατευτική τελικά για τη σωματική  και ψυχική μας υγεία. Η νοηματοδότηση των εμπειριών του θεραπευόμενου  θα ενισχύσει την σωματική και ψυχική του υγεία. Η νοηματοδοτήση με την πάροδο του χρόνου τείνει να γίνεται πιο σύνθετη, με περισσότερες συνδέσεις, δεν προκαλεί ένταση, αλλά ανακούφιση.

        Η εξέλιξη της θεραπείας αντικατοπτρίζεται διαρκώς και από την εξέλιξη της αφήγησης στο χώρο της θεραπείας. Οι αφηγήσεις των ανθρώπων που πρωτοξεκινούν ψυχοθεραπεία δημιουργούν την αίσθηση πως είναι ασαφείς και δυσκολονόητες. Είναι επίσης αρκετά δύσκολο για τους ακροατές τους να μπουν στη θέση τους και να νιώσουν ακριβώς πως αισθάνονται. Αυτό συμβαίνει είτε επειδή λείπει από την αφήγηση το συναίσθημα είτε επειδή  το συναίσθημα ξεχειλίζει με τρόπο που μοιάζει υπερβολικό για την κατάσταση που περιγράφεται.

Πότε ολοκληρώνεται η θεραπεία;

Συνήθως τα συμπτώματα της διαταραχής δεν αποδυναμώνονται σε σύντομο χρονικό διάστημα καθόσον οι τεχνικές χαλάρωσης βοηθούν αλλά χρειάζεται χρόνος για να αποκαλυφθούν οι βαθύτερες συναισθηματικές δυσκολίες του θεραπευόμενου και να γίνουν οι ανάλογες συνδέσεις από τον ίδιο το θεραπευόμενο, που στόχο έχουν να διακινήσουν συναισθηματικά το άτομο. Η θεραπεία ολοκληρώνεται, όταν το άτομο έχει βιώσει επανορθωτικά το βίωμα που είχε επεξεργαστεί και νοηματοδοτήσει και θα γνωρίζει πως ακόμα και αν επιστρέψει κάποιο από τα συμπτώματα, θα έχει την ψυχραιμία να ‘ακούσει’ το λόγο που επέστρεψε και θα το διαπραγματεύεται χωρίς την ένταση και τη σύγχυση που του προκαλούσε στο παρελθόν. Είναι η στιγμή που ο θεραπευόμενος μαθαίνει πώς να γίνει ο ίδιος θεραπευτής του εαυτού του.

Ειρήνη Καραμανή, Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια- Επιστημονική Υπεύθυνη ΚΕ.ΨΥ.Π.Ε

Η Ειρήνη Καραμανή αποφοίτησε με άριστα από το τμήμα Ψυχολογίας του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου και έχει ολοκληρώσει δυο μεταπτυχιακά «Έλεγχος στρες και προαγωγή υγείας» στην Ιατρική σχολή Αθηνών και «Παιδοψυχολογία» στο Πανεπιστήμιο του Central Lancashire. Ειδικεύτηκε στα πλαίσια τετραετούς εκπαίδευσης στη Συστημική προσέγγιση στην ψυχοθεραπεία ατόμων, ομάδων και οικογενειών στο Ινστιτούτο Εκπαίδευσης και Έρευνας στη Συστημική Ψυχοθεραπεία “Λόγω Ψυχής”, όπου συνδυάζονται στοιχεία ψυχοδυναμικής ψυχοθεραπείας, αφηγηματικής ψυχοθεραπείας και νευροεπιστημών. 

Επιστημονικά Άρθρα, Νέα & Σεμινάρια

Μην χάσετε τα ενημερωτικά e-mail μας με τα πιο πρόσφατα άρθρα, νέα και σεμινάρια του ΚΕ.ΨΥ.Π.Ε.